Τίτλος μελέτης: Διερεύνυση των προτύπων δεσμού μητέρας και πατέρα με παιδί με ΔΑΦ και βελτίωση της ποιότητας του δεσμού μέσω ενός μοντέλου Νατουραλιστικής Συμπεριφορικής-Αναλυτικής παρέμβασης
Επιστημονικός υπεύθυνος: Αγγελική Γενά
Μέλη του Εργαστηρίου που συμμετέχουν: Σπυριδούλα Βαρλοκώστα (Αναπληρωτής Επιστημονικός Υπεύθυνος)
Πηγή χρηματοδότησης: [ΕΔΒΜ34] «Υποστήριξη ερευνητών με έμφαση στους νέους ερευνητές»
Διάρκεια: 2019-2020
Περίληψη
Τα βρέφη γεννιούνται με την έμφυτη ανάγκη για σύνδεση και αναζητούν τη συναισθηματική ασφάλεια και φροντίδα από τους γονείς τους. Η ποιότητα της συναισθηματικής σχέσης, του συναισθηματικού δεσμού (attachment) γονέα-παιδιού, στα πρώτα χρόνια της ζωής του παιδιού, επηρεάζει την συναισθηματική και κοινωνική του ανάπτυξη σε σημαντικό βαθμό. Ο τύπος του συναισθηματικού δεσμού ενός παιδιού με τους γονείς τους λειτουργεί ως «οδηγός» για τις μελλοντικές του σχέσεις. Σε αντίθεση με παλαιότερες έρευνες που υποστήριζαν την αδυναμία των παιδιών με Διαταραχή Αυτιστικού Φάσματος (ΔΑΦ) να αναπτύξουν συναισθηματικό δεσμό με τους γονείς τους, τα σύγχρονα ερευνητικά δεδομένα καταδεικνύουν το αντίθετο.
Στόχος της παρούσας έρευνας ήταν να μελετηθεί ο τύπος δεσμού τεσσάρων αγοριών με Διαταραχή Αυτιστικού Φάσματος (ΔΑΦ), ηλικίας από 2 έως 5 ετών, με τη μητέρα και με τον πατέρα τους. Οι στοχεύσεις της έρευνας αφορούν: α) στην πρόοδο του παιδιού με ΔΑΦ, β) στην ενδυνάμωση των γονέων στον γονεϊκό ρόλο μέσω της συστηματικής εκπαίδευσης τους για αποτελεσματικότερους τρόπους αλληλεπίδρασης με το παιδί τους με ΔΑΦ και γ) στην ποιοτική αναβάθμιση της αλληλεπίδρασης γονέα-παιδιού με ΔΑΦ με σκοπό την ανάπτυξη μιας αμοιβαία ικανοποιητικής σχέσης. Τα πρώτα αποτελέσματα της έρευνας επιβεβαιώνουν την ικανότητα των παιδιών με ΔΑΦ να αναπτύσσουν δεσμό με τους γονείς τους, τη σημασία των ατομικών χαρακτηριστικών του κάθε παιδιού με ΔΑΦ στη διαμόρφωση ασφαλούς δεσμού, και την καθοριστική συμβολή συγκεκριμένων γονικών συμπεριφορών (π.χ. φυσικός τρόπος αλληλεπίδρασης με το παιδί τους, μειωμένο επίπεδο στρες, εποικοδομητικό παιχνίδι χωρίς εντολές και καθοδήγηση κ.ά.) για τη σύναψη ενός ασφαλούς δεσμού με τα παιδιά τους.
Αυτή η έρευνα έχει σημαντικές εφαρμογές στο πεδίο του Αυτισμού και ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την συστημική, συμπεριφορική-αναλυτική παρέμβαση και τις εφαρμογές της στην εκπαίδευση γονέων.
Τίτλος μελέτης: Ονοματική μορφοσύνταξη και σειρά των όρωνστην Ελληνική ως γλώσσα πολιτισμικής κληρονομιάς σε σχέση με τις κυρίαρχες γλώσσες
Επιστημονικός υπεύθυνος: Καθηγήτρια Άρτεμις Αλεξιάδου (Humboldt University of Berlin)
Μέλη του Εργαστηρίου που συμμετέχουν: Σπυριδούλα Βαρλοκώστα, Φωτεινή Παπαγεωργίου, Λυδία Καμπίτση, Δημήτρης Λιθοξόου, Αμαλία Σάββα
Πηγή χρηματοδότησης: Deutsche Forschungsgemeinschaft (DFG) – FOR 2537
Διάρκεια: 2018 – 2021
Περίληψη
Αυτό το ερευνητικό έργο εξετάζει σε ποιο βαθμό οι ποικιλίες της ελληνικής γλώσσας στη Γερμανία και στις ΗΠΑ δείχνουν νέα γραμματικά μοτίβα στον τομέα της ονοματικής μορφοσύνταξης και της σειράς όρων. Το Πακέτο Εργασίας (ΠΕ) 1 θα επικεντρωθεί στα εξής: (i) μορφοσύνταξη και σειρά όρων εντός της ΠροσδΦ και την αλληλεπίδρασή της με (ii) φαινόμενα σειράς όρων εντός της πρότασης, συγκεκριμένα την αριστερή περιφέρεια, την τοποθέτηση ρήματος και τη σχέση μεταξύ της σειράς όρων και την πληροφοριακή δομή. Το ΠΕ1 εξετάζει μη κανονικές δομές, σε συστηματικές συγκρίσεις με δεδομένα από μονόγλωσσους ομιλητές, συμπεριλαμβανομένων και δεδομένων ανεπίσημου λόγου, στο πλαίσιο των ακόλουθων τριών υποθέσεων: Language Change Hypothesis, Interface Hypothesis και Internal Dynamics Hypothesis.
Τίτλος μελέτης: Εκμάθηση και διδασκαλία της Ελληνικής ως δεύτερης/ξένης γλώσσας
Επιστημονικός υπεύθυνος: Δρ. Μαρία Ανδριά
Μέλη του Εργαστηρίου που συμμετέχουν: Σπυριδούλα Βαρλοκώστα, Παναγιώτης Παναγόπουλος
Πηγή χρηματοδότησης: ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ.
Διάρκεια: 2018 – 2021
Περίληψη
Σκοπός του ερευνητικού προγράμματος είναι να μελετήσει τον τρόπο εκμάθησης και διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας σε διαφορετικά περιβάλλοντα μάθησης (Δεύτερο και Ξένο) και να εντοπίσει καλές πρακτικές διδασκαλίας που θα μπορούσαν να διευκολύνουν τη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας σε καθένα από αυτά τα περιβάλλοντα. Δεδομένης της αυξανόμενης ανάγκης για την εκμάθηση της ελληνικής ως Δεύτερης Γλώσσας / Ξένης Γλώσσας, αφενός η εξέταση του τρόπου με τον οποίο μπορεί να διδαχθεί η ελληνική γλώσσα με πιο αποτελεσματικό τρόπο σε διαφορετικές ομάδες μαθητών και αφετέρου η επικέντρωση στην κατάλληλη εκπαίδευση και πιστοποίηση των διδασκόντων είναι θέματα μεγάλης σημασίας για την κοινωνία μας. Προκειμένου να ερευνηθούν αυτά τα θέματα, το συγκεκριμένο έργο θέτει τρεις αλληλένδετες και επιμέρους μελέτες. Οι τρεις αυτές μελέτες αποσκοπούν στο να προσεγγίσουν την περιοχή της Ελληνικής ως Δεύτερης / Ξένης Γλώσσας από διαφορετικές οπτικές γωνίες λαμβάνοντας υπόψη όλους τους συμμετέχοντες στη διαδικασία εκμάθησης. Πιο συγκεκριμένα, η Μελέτη 1 στοχεύει στην ανάλυση της αλληλεπίδρασης στην τάξη κατά την εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας σε περιβάλλον Δεύτερης και Ξένης Γλώσσας. Η Μελέτη 2 στοχεύει αφενός να διερευνήσει τα οφέλη που αποκτούν οι διαφορετικές ομάδες μαθητών κατά την περίοδο διδασκαλίας όσον αφορά επιμέρους όψεις της γλώσσας, την πραγματολογική ικανότητα και την κοινωνικοπολιτισμική συνείδηση και αφετέρου να συσχετίσει αυτά τα οφέλη με ατομικούς παράγοντες (κίνητρο, ηλικία, φύλο μεταξύ άλλων). Η Μελέτη 3, η οποία εντάσσεται στο πλαίσιο της Δια Βίου Μάθησης, επικεντρώνεται στις αντιλήψεις των καθηγητών και των μελλοντικών εκπαιδευτικών αναφορικά με θέματα επιμόρφωσης, διδακτικών πρακτικών στην τάξη, αυτό-αξιολόγησης και επαγγελματικής εξέλιξης.
Τίτλος μελέτης: Η απόδοση αναφοράς σε αντωνυμίες σε Έλληνες φυσικούς ομιλητές της Ελληνικής με τη νόσο Αλτσχάιμερ (Υποτροφίες Υποψήφιων Διδακτόρων)
Κύρια ερευνήτρια: Κατερίνα Φραγκοπούλου
Επιστημονικός υπεύθυνος: Σπυριδούλα Βαρλοκώστα
Πηγή χρηματοδότησης: ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ.
Διάρκεια: 2017 – 2020
Προϋπολογισμός: 29.100€
Περίληψη
Η παρούσα έρευνα μελετά τις αντωνυμίες και την απόδοση αναφοράς σε Έλληνες ασθενείς με άνοια τύπου Αλτσχάιμερ. Πιο συγκεκριμένα, εξετάζεται η παραγωγή αντωνυμιών μέσω του αυθόρμητου και ημι-δομημένου λόγου με σκοπό να διερευνηθεί αν οι Έλληνες ασθενείς με νόσο Αλτσχάιμερ χρησιμοποιούν τις αντωνυμίες με ακατάλληλα, ασαφή και αδέσμευτα αντικείμενα αναφοράς. Η κατανόηση των αντωνυμιών μελετάται (α) με μια δοκιμασία επιλογής εικόνας με σκοπό να εξεταστεί αν υπάρχουν παραβιάσεις των αρχών της αναφορικής δέσμευσης στις προσωπικές αντωνυμίες ισχυρού τύπου, στις αυτοπαθείς αντωνυμίες και στα κλιτικά, και (β) με μια δοκιμασία κατανόησης αντωνυμιών με στόχο να διερευνηθεί η κατανόηση της συμφωνίας αριθμού (και εμμέσως του γένους) στις προσωπικές αντωνυμίες ισχυρού τύπου και στα κλιτικά, καθώς και ο ρόλος της απόστασης μεταξύ της αντωνυμίας και του αντικειμένου αναφοράς του σε δομές συμφωνίας αριθμού. Τέλος, εξετάζεται εάν υπάρχουν συσχετίσεις μεταξύ των γνωστικών δεξιοτήτων (μνήμη εργασίας, κατονομασία, σημασιολογική ευχέρεια και έλεγχος αναστολών) και των γλωσσικών επιδόσεων και αν η επίδοση των ασθενών με άνοια τύπου Αλτσχάιμερ στις γνωστικές δεξιότητες μπορεί να προβλέψει τις επιδόσεις τους στα γλωσσικά τεστ.
Τίτλος μελέτης: Συντακτικές ικανότητες στην άνοια: Στοιχεία από Έλληνες φυσικούς ομιλητές της Ελληνικής με τη νόσο Αλτσχάιμερ (Υποτροφίες Υποψήφιων Διδακτόρων)
Κύρια ερευνήτρια: Δήμητρα Αρφάνη
Επιστημονικός υπεύθυνος: Σπυριδούλα Βαρλοκώστα
Πηγή χρηματοδότησης: ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ.
Διάρκεια: 2019-2021
Προϋπολογισμός: 17,100€
Περίληψη
Η παρούσα έρευνα εξετάζει τη συντακτική ικανότητα σε ελληνόφωνους ομιλητές με Νόσο Αλτσχάιμερ. Διερευνάται η κατανόηση και η παραγωγή συντακτικά πολύπλοκων προτάσεων στο πρώιμο στάδιο της νόσου. Προηγούμενες έρευνες έχουν επισημάνει ότι η συντακτική κατανόηση στη Νόσο Αλτσχάιμερ επηρεάζεται όσο αυξάνεται η συντακτική πολυπλοκότητα. Συγκεκριμένα, οι ασθενείς με Νόσο Αλτσχάιμερ παρουσιάζουν χειρότερη επίδοση στις αναφορικές προτάσεις αντικειμένου, που έχουν μη-κανονική σειρά όρων (π.χ. Ο άντρας που κυνηγά η κοπέλα είναι ψηλός), συγκριτικά με τις αναφορικές προτάσεις υποκειμένου, που έχουν κανονική σειρά όρων (π.χ. Ο άντρας που κυνηγά την κοπέλα είναι ψηλός). Ωστόσο, ορισμένες μελέτες υποστηρίζουν ότι ο παράγοντας που επηρεάζει τη συντακτική κατανόηση είναι ο αριθμός των προτάσεων και ρημάτων σε ένα εκφώνημα και όχι η συντακτική πολυπλοκότητα. Όσον αφορά τη συντακτική παραγωγή, αρκετές μελέτες αυθόρμητου λόγου δεν εντοπίζουν σημαντικές διαφορές στον λόγο των ασθενών με Νόσο Αλτσχάιμερ συγκριτικά με τον λόγο των υγιών ηλικιωμένων. Εντούτοις, στον αυθόρμητο λόγο είναι δύσκολος ο εντοπισμός συγκεκριμένων συντακτικών ελλειμμάτων. Έτσι, παραμένει ανοιχτό το ερώτημα αν τα άτομα με Νόσο Αλτσχάιμερ έχουν φυσιολογική επίδοση όταν πρέπει να παράγουν συντακτικά πολύπλοκες δομές σε δομημένες δοκιμασίες εκμαίευσης. Στόχος της έρευνας είναι να διερευνηθεί η συντακτική κατανόηση και παραγωγή στη Νόσο Αλτσχάιμερ σε μια μορφολογικά πλούσια γλώσσα, όπως η Ελληνική, στην οποία γραμματικοποιούνται τα μορφοσυντακτικά χαρακτηριστικά του Γένους, του Αριθμού και της Πτώσης. Θα εξεταστεί ο ρόλος του μήκους της πρότασης, της συντακτικής πολυπλοκότητας και των φ-χαρακτηριστικών στη γλωσσική επεξεργασία των ασθενών με Νόσο Αλτσχάιμερ, όπως και η αλληλεπίδρασή τους με τη μνήμη εργασίας και τη λεξική επεξεργασία, οι οποίες εμφανίζουν ελλείμματα, με στόχο να εντοπιστούν συντακτικά φαινόμενα και χαρακτηριστικά που μπορούν να αποτελέσουν κλινικούς δείκτες για την πρώιμη διάγνωση της νόσου. Μέσω της έρευνας θα παραχθεί θεωρητική γνώση για το συντακτικό έλλειμμα στη Νόσο Αλτσχάιμερ και δεδομένα για κλινικές εφαρμογές στη διάγνωση, παρακολούθηση και υποστήριξη των ασθενών με Νόσο Αλτσχάιμερ.
Τίτλος μελέτης: Βελτιώνοντας τις προφορικές γλωσσικές δεξιότητες των παιδιών στην Ευρώπη και αλλού – μια συνεργασία που εστιάζει σε παρεμβάσεις για παιδιά με δυσκολίες στην εκμάθηση της πρώτηςγλώσσας
Επιστημονικός υπεύθυνος: Καθηγητής James Law
Μέλη του Εργαστηρίου που συμμετέχουν: Σπυριδούλα Βαρλοκώστα, Μιχαέλα Νερατζίνη, Κατερίνα Δρακουλάκη
Πηγή χρηματοδότησης: European Cooperation in Science and Technology
Διάρκεια: 2015 – 2019
Περίληψη:
Η ανάπτυξη της προφορικής γλώσσας τόσο στο επίπεδο της αντίληψης όσο και στο επίπεδο της παραγωγής αποτελεί βασικό στάδιο στην ανάπτυξη του παιδιού, καθώς επηρεάζει την ανάπτυξη προσωπικών, κοινωνικών και ακαδημαϊκών δεξιοτήτων στο σχολικό περιβάλλον αλλά και στο μετέπειτα εργασιακό περιβάλλον. Τα περισσότερα παιδιά αποκτούν αυτές τις δεξιότητες χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια. Ωστόσο, ένας σημαντικός αριθμός παιδιών, εκείνα που έχουν γλωσσικές δυσκολίες, δεν τα καταφέρνουν. Οι γλωσσικές δυσκολίες επηρεάζουν 5.8 εκατομμύρια παιδιά και νέους ανθρώπους (0-18 ετών) στην Ευρώπη. Ερευνητικά δεδομένα δείχνουν ότι υπάρχουν στρατηγικές παρέμβασης που θα μπορούσαν να βελτιώσουν τις γλωσσικές δεξιότητες αυτών των παιδιών. Ωστόσο, οι σχετικές πληροφορίες δεν διαχέονται σωστά και οι αντίστοιχες υπηρεσίες δεν είναι οι ίδιες στην Ευρώπη. Στόχος της συγκεκριμένης Δράσης είναι να εμπλουτίσει τα επιστημονικά δεδομένα σε αυτό το πεδίο, να βελτιώσει τις υπηρεσίες που παρέχονται σε παιδιά με γλωσσικές διαταραχές, και να αναπτύξει ένα βιώσιμο δίκτυο ερευνητών που θα είναι σε θέση να απαντήσουν σε βασικά ερωτήματα.
Τίτλος μελέτης: Η δομή της (μη) τυπικής γλώσσας: Γλωσσολογική θεωρία και θεραπευτική παρέμβαση
Κύριος ερευνητής: Καθηγήτρια Αρχόντω Τερζή
Μέλη του Εργαστηρίου που συμμετέχουν: Σπυριδούλα Βαρλοκώστα
Πηγή χρηματοδότησης: Αρχιμήδης III (Ευρωπαϊκή Ένωση και Εθνικοί Πόροι)
Διάρκεια: 2012 – 2015
Προϋπολογισμός: 100,000 €
Περίληψη
Η προτεινόμενη έρευνα μελέτησε τη γλωσσική συμπεριφορά τεσσάρων πληθυσμών ως προς μια σειρά συντακτικών δομών. Ο κάθε πληθυσμός και οι σχετιζόμενες με αυτόν συντακτικές δομές επιλέχθηκαν λόγω σημαντικών ερωτήσεων που εγείρει ο συνδυασμός τους για τη σύγχρονη επιστημονική έρευνα επί των χαρακτηριστικών της ανθρώπινης γλώσσας. Η επιλογή των συντακτικών δομών βασίστηκε στη συμβολή τους δεδομένου του ότι η υπό μελέτη γλώσσα είναι η Ελληνική.
Μελετήσαμε τα εξής:
α. Αφασικούς Broca (αγραμματικούς) ως προς αντίστοιχες περιοχές της Ονοματικής και της Ρηματικής/Προτασιακής περιοχής, για να διαπιστώσουμε κατά πόσο η συμπεριφορά τους διαφέρει μεταξύ των δύο περιοχών, πώς ακριβώς και γιατί.
β. Παρκινσονικούς ασθενείς ως προς την πρόσβασή τους στους κανόνες της γραμματικής και την κατανόηση σύνθετων προτάσεων πριν και μετά την εν τω βάθει διέγερση, για να καταλάβουμε πώς διαφέρουν σε αυτές τις διαδικασίες από τους υγιείς ομιλητές και γιατί.
γ. Παιδιά και εφήβους με αυτισμό σε μια σειρά από γλωσσικές δομές, για να διαπιστώσουμε κατά πόσο διαφέρει η σύνταξή τους από αυτή των τυπικά αναπτυσσόμενων και πόση από αυτή τη διαφορά που μπορεί να αποδοθεί σε ελλιπή συντακτικό τομέα.
δ. Τυπικά αναπτυσσόμενα παιδιά ως προς την κατάκτηση των τοπικών προθέσεων για να διερευνήσουμε τη συμβολή του γλωσσικών δεδομένων στην κατάκτηση μη γλωσσικών εννοιών, όπως οι τοπικοί όροι.
Οι τρεις τελευταίες ερευνητικές περιοχές συνιστούν συνέχιση προηγουμένων ερευνών που χρήζουν περαιτέρω μελέτης και επέκτασης, ενώ η πρώτη είναι νέα.